Η δεξιά τσέπη του ράσου / Γιάννης Μακριδάκης

Η δεξιά τσέπη του ράσου, του Γιάννη Μακριδάκη (εκδόσεις Εστία, 2009) ήταν ένα από τα βιβλία που είχα καιρό στις λίστες μου αλλά συχνά κάτι γινόταν και το άφηνα. Ήρθε όμως η κατάλληλη στιγμή, το διάβασα και κατάφερα να το απολαύσω. Ένα βιβλίο που εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο τον φόβο της απώλειας, το φόβο για τη μοναξιά αλλά και την πίστη σε κάτι καλύτερο.

Τον Βάφτισαν Βικέντιο, μα γρήγορα αποδείχθηκε πως η καλογερική ήταν βαριά κι αυτός ανήψητος.

Ο Βικέντιος, ένας άνθρωπος μακριά από τις προκαταλήψεις που μπορεί να έχουμε για τις θρησκείες και τον κόσμο του κλήρου. Ένας άνθρωπος που μου έβγαλε απίστευτη ανθρωπιά και ζεστασιά, ζει σε ένα απομονωμένο μοναστήρι της Χίου παρέα με τη σκυλίτσα του τη Σίσσυ. Η επικείμενη γέννα της θα φέρει όμως μεγάλες αλλαγές και στη ζωή του. Ο απρόσμενος χαμός του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου θα γίνει τη ημέρα που η Σίσσυ θα γεννήσει τρία κουταβάκια μετά από μια πολύ δύσκολη γέννα που μάλιστα θα της στοιχίσει τη ζωή.

Δεν ήτανε γραφτό σου να τη δεις την άνοιξη που έρχεται ολοταχώς, μικρή μου, δεν ήτανε γραφτό μας να πορευτούμε άλλο μαζί σε τούτο τον κόσμο. Πάλι μονάχος μου θα μείνω εδώ, στο βράχο ετούτο, σε ποιόνε να μιλήσω και σε ποιόνε να τα πω τα βάσανα της μοίρας μου;

Και εδώ είναι που ο Γιάννης Μακριδάκης παίρνει αφορμή από τον θάνατο της σκυλίτσας και του Αρχιεπίσκοπου και παραλληλίζει τα δύο γεγονότα με τη ζωή του Βικέντιου. Ο αναγνώστης βιώνει με τον πιο δυνατό τρόπο την προσπάθειά του Βικέντιου να κρατήσει στη ζωή τα μικρά κουταβάκια της Σίσσυ, γιατί ξέρει πως αν δεν κρατήσει έστω και ένα από αυτά στη ζωή, θα οδηγηθεί και ο ίδιος στο θάνατο.

Ο χαμός της σκυλίτσας όμως θα του στοιχίσει περισσότερο από αυτόν του Αρχιεπισκόπου, καθώς βιώνει την απώλεια αυτή σαν να ήταν ανθρώπινη. Αυτό που αισθάνεται είναι τόσο έντονο που καθυστερεί να κατεβάσει τη σημαία της εκκλησίας μέχρι να τη θάψει στην αυλή:

Δε μου λες, παπά, πότε περιμένεις να κατεβάσεις τη σημαία, ο Αρχιεπίσκοπος πέθανε, δεν το μαθες εσύ ακόμα;

Θα ‘ρθει κανένας χριστιανός, μέρα που είναι, να προσευχηθεί για την ψυχή του Αρχιεπίσκοπου και είναι ντροπή έτσι που την έχεις γιορτερή.

Η προσπάθεια του για να αντέξει στη ζωή έστω και ένα από τα τρία κουταβάκια, θα τον οδηγήσει σε τέτοιο σημείο που το πώς θα κάνει τη λειτουργία είναι δευτερεύουσας σημασίας, αρκεί στη δεξιά τσέπη του ράσου να τα έχει συνέχεια κοντά του, συνέχεια υπό την εποπτεία του, συνέχεια πάνω του.

Η δεξιά τσέπη του ράσου

Πήρε τα κουτάβια από την κουβέρτα και τα ‘χωσε και τα δύο στη δεξιά τσέπη του ράσου.

Αυτό που με ενθουσίασε στο βιβλίο είναι τα διαφορετικά επίπεδα πένθους που το χαρακτήριζαν, αλλά και το πως διαφοροποίησε το προσωπικό από το συλλογικό πένθος· υπό μια έννοια ο Βικέντιος είχε αφήσει να εννοείται το προσωπικό του ως συλλογικό πένθος.

Οι χαρές δεν ταιριάζουνε στους καλόγερους.

Η δεξιά τσέπη του ράσου, μάς δίνει μια άλλη προσέγγιση στο θέμα του θανάτου αλλά και στον πόνο που αυτός προκαλεί, παράλληλα όμως μας δείχνει και την άλλη όψη του νομίσματος, που είναι η ζωή και η προσπάθεια για να την διεκδικήσουμε, όπως ακριβώς κάνει και ο Βικέντιος, στη δεξιά τσέπη του ράσου.

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εστία. Σελίδες: 144 | Τιμή: 10,19€

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις